Ένας από τους βασικότερους λόγους ύπαρξης του Παρατηρητηρίου, όπως αναφέρεται συχνά, είναι το γεγονός ότι η εφαρμογή του θεσμού του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης (για τους Δήμους) και του Συμπαραστάτη του Πολίτη και της Επιχείρησης (για τις Περιφέρειες) ομολογουμένως δεν έχει υιοθετηθεί στον αναμενόμενο βαθμό από τη θεσμοθέτησή του με τον Καλλικράτη το 2010 μέχρι σήμερα.
Μόλις ένας στους πέντε (υπόχρεους επιλογής) Δήμους και περίπου οι μισές Περιφέρειες κατάφεραν να ενεργοποιήσουν τον θεσμό αυτό κατά την αυτοδιοικητική περίοδο 2019-2023. Πού οφείλεται αυτή η ισχνή εφαρμογή του θεσμού, ιδίως μάλιστα εφόσον είναι υποχρεωτική;
Μια από τις κυριότερες αιτίες που πιθανόν συμβάλουν σε μεγάλο βαθμό σε αυτή την έλλειψη στήριξης του θεσμού από την τοπική αυτοδιοίκηση, είναι κάποιες συχνές "παρανοήσεις" γύρω από τον Συμπαραστάτη. Πρόκειται μάλιστα για επιφυλάξεις ή προβληματισμούς που συχνά διατυπώνονται και δημόσια, για παράδειγμα από Δημοτικούς ή Περιφερειακούς συμβούλους, όταν ανακύπτει το θέμα του Συμπαραστάτη κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων Δημοτικών ή Περιφερειακών Συμβουλίων.
Έτσι, στο πλαίσιο της προσπάθειας του Παρατηρητηρίου να συμβάλει με εποικοδομητικό τρόπο στη στήριξη αυτού του θεσμού, δημοσιεύει έναν κατάλογο συχνών "παρανοήσεων" τις οποίες έχει εντοπίσει και στις οποίες επιχειρεί να δώσει μια όσο το δυνατόν πιο απλή και τεκμηριωμένη απάντηση. Ο κατάλογος των παρανοήσεων φυσικά δεν είναι εξαντλητικός και μπορεί να συμπληρώνεται κατά καιρούς, ωστόσο είναι ήδη αρκετά αντιπροσωπευτικός. Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στον κ. Χρήστο Πάνο, π. Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης στο Δήμο Ιωαννιτών, για την πολύτιμη συμβολή του στην αποτύπωση των απαντήσεων.
“Ο συμπαραστάτης είναι διακοσμητικός”
O Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης είναι θεσμός, ο οποίος στην Ευρώπη υπάρχει από τη δεκαετία του 1970. Στην Ελλάδα καθιερώθηκε το 2010. Έχει χαρακτήρα ανεξάρτητης αρχής στα πλαίσια του Δήμου και έχει δύο βασικές αρμοδιότητες: Αφενός το χειρισμό με διαμεσολάβηση καταγγελιών των δημοτών και επιχειρήσεων για θέματα κακοδιοίκησης εκ μέρους των δημοτικών υπηρεσιών και αφετέρου τη διατύπωση προτάσεων για τη βελτίωση των υπηρεσιών του Δήμου. Στην πράξη, ασχολείται εκτός από την κακοδιοίκηση και με αιτήματα και προβλήματα δημοτών, τα οποία τίθενται θεσμικά στη Δημοτική Αρχή από το Συμπαραστάτη και παρακολουθείται η πορεία τους. Με τον τρόπο αυτό ο πολίτης έχει να απευθυνθεί για τα θέματά του σε μια ανεξάρτητη αρχή, θεματικά εντοπισμένη στο Δήμο ή την Περιφέρειά του και αποφεύγονται έτσι εξωθεσμικά φαινόμενα, όπως το ρουσφέτι, η «εξυπηρέτηση» κ.λ.π. η οποία με τη σωστή θεσμική της λειτουργία κάθε άλλο παρά διακοσμητική είναι.
Από 'κει και πέρα η σωστή θεσμική λειτουργία του θεσμού συνίσταται στο ρόλο και τις διαδικασίες που καλείται να διαμορφώσει ο/η Συμπαραστάτης, που δεν είναι απαραίτητα οι ίδιες σε κάθε Δήμο ή κάθε Περιφέρεια, καθώς χρειάζεται να προσαρμόζονται:
- στους διαθέσιμους πόρους
- στις ειδικές συνθήκες της εκάστοτε δημοτικής ή περιφερειακής αρχής
- στην πραγματικότητα της υποστελέχωσης
- στις προσωπικές ικανότητες και το υπόβαθρο του προσώπου που αναλαμβάνει αυτήν την αποστολή.
Έχοντας αναφέρει τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το ότι “ο συμπαραστάτης υποστηρίζεται διοικητικά από τις υπηρεσίες του δήμου, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να παρέχουν κάθε δυνατή συνδρομή” (Ν.3852/2010, Άρθρο 77, παρ. 3), καθίσταται σαφές ότι η δυνατότητα του Συμπαραστάτη του Δημότη να επιτελεί αποτελεσματικά το έργο του σε ένα δήμο εξαρτάται από ένα πλήθος παραγόντων. Πολλοί εξ’ αυτών απορρέουν από τη βούληση της δημοτικής αρχής και των διοικητικών υπηρεσιών να υποστηρίξουν τον Συμπαραστάτη στην εκτέλεση των καθηκόντων του.
“Ο συμπαραστάτης είναι ένα επιπλέον έξοδο”
Ο θεσμός του Συμπαραστάτη του Δημότη δεν είναι “προαιρετικός”. Αν ένας Δήμος καλύπτει τα κριτήρια που θέτει ο Ν. 4623/2019 (δηλαδή έχει πάνω από 20.000 κατοίκους ή είναι νησιωτικός) είναι υποχρεωμένος να κινήσει τη διαδικασία επιλογής Συμπαραστάτη. Κατ’ επέκταση, ο Δήμος είναι υποχρεωμένος να προβλέπει και την αντίστοιχη δαπάνη στον ετήσιο προϋπολογισμό του. Εξάλλου, η δαπάνη αυτή είναι μικρή -δεδομένου του μικρού ύψους της αντιμισθίας του Συμπαραστάτη- και σε κάθε περίπτωση το όφελος που προκύπτει από τη λειτουργία του θεσμού αντισταθμίζει απόλυτα τη δαπάνη αυτή.
“Ο συμπαραστάτης είναι μέρος της διοίκησης του Δήμου / της Περιφέρειας”
Ο Συμπαραστάτης εκ του νόμου έχει χαρακτήρα Ανεξάρτητης Αρχής. Αυτό σημαίνει ότι βρίσκεται εκτός της διοικητικής ιεραρχίας, δεν έχει προϊστάμενο και ενεργεί ελεύθερα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του. Δεν είναι δυνατόν και είναι παράνομο να του ανατίθεται η διεκπεραίωση εργασιών του Δήμου (έχει παρατηρηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις). Η αλληλογραφία που προκύπτει από τις ενέργειες του Συμπαραστάτη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους ενδιαφερόμενους δημότες/πολίτες ενώπιον κάθε άλλης διοικητικής ή δικαστικής αρχής.
“Υπάρχει ο Συνήγορος του πολίτη για παράπονα πολιτών, δεν χρειάζεται και Συμπαραστάτης”
O Συνήγορος του Πολίτη είναι ανεξάρτητη αρχή με πανελλαδική αρμοδιότητα σε ό,τι αφορά τα φαινόμενα κακοδιοίκησης των υπηρεσιών του ευρύτερου δημόσιου τομέα της χώρας. Ο Συμπαραστάτης επικεντρώνεται σε θέματα κακοδιοίκησης του συγκεκριμένου Δήμου ή Περιφέρειας όπου υπηρετεί και εκ των πραγμάτων έχει πληρέστερη εικόνα των θεμάτων λόγω εγγύτητας. Η αρμοδιότητα των δύο θεσμών είναι συντρέχουσα, δηλαδή ο ενδιαφερόμενος δημότης/πολίτης μπορεί να επιλέξει ελεύθερα σε ποιόν από τους δύο θα απευθυνθεί.
“Ο συμπαραστάτης είναι χωροφύλακας / τιμωρός”
Ο Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης αποτελεί ένα συμμετοχικό και διαμεσολαβητικό όργανο του Δήμου. Η λειτουργία του προϋποθέτει την σχέση επικοινωνίας με τα υπόλοιπα όργανα διοίκησης, εντός του πλαισίου που επιβάλλει η ανεξάρτητη αποστολή του.
- Η δημοτική αρχή δεν νοείται να υποδεικνύει στον/στην Συμπαραστάτη τον τρόπο ενάσκησης των αρμοδιοτήτων του/της, καθώς κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε σύγκρουση με την αρχή της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας που διέπει την λειτουργία του θεσμού.
- Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων του Συμπαραστάτη προϋποθέτει σε ορισμένες περιπτώσεις την συνεννόηση, την ανταλλαγή απόψεων, καθώς και την εκατέρωθεν ενημέρωση. Ο Συμπαραστάτης πρέπει να είναι ανεξάρτητος, αλλά όχι και αποκομμένος από την ηγεσία του Δήμου και για τον λόγο αυτό πρέπει να καλλιεργήσει σχέσεις διαλόγου και παρακολούθησης της πολιτικής του Δήμου.
Βασίλης Σωτηρόπουλος, Εγχειρίδιο Συμπαραστάτη, Αθήνα: 2014
“Ο συμπαραστάτης υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου / των επιχειρήσεων”
Κανένα στοιχείο και καμία λογική δεν δικαιολογεί την άποψη αυτή. Αντίθετα, από όλες τις διαθέσιμες ετήσιες εκθέσεις των Συμπαραστατών σε όλη την Ελλάδα από το 2011 μέχρι σήμερα, καταδεικνύεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αιτημάτων που έχουν δεχθεί προέρχονται από δημότες / πολίτες και όχι από επιχειρήσεις. Αλλά και τα ελάχιστα αιτήματα επιχειρήσεων που έχουν καταγραφεί, αφορούν θέματα μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και όχι μεγάλων ή και πολυεθνικών εταιρειών.
“Η θέση του Συμπαραστάτη χρησιμεύει για να βολεύονται ημέτεροι της δημοτικής αρχής που δεν κατάφεραν να εκλεγούν”
...ή αντίστροφα, αν και πιο σπάνια: “Η θέση του Συμπαραστάτη χρησιμεύει για να βολεύονται ημέτεροι της μείζονος αντιπολίτευσης στο πλαίσιο αλληλο-εξυπηρετήσεων”
Πράγματι, σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται έντονα το φαινόμενο των “περιστρεφόμενων θυρών” ως πρακτική, το οποίο καλό είναι να αποφεύγεται προκειμένου να διασφαλίζεται η αμεροληψία και η ανεξαρτησία του θεσμού του Συμπαραστάτη. Σε κάθε περίπτωση, εδώ αποκτούν νόημα:
- η ευρεία συναίνεση στην επιλογή του Συμπαραστάτη, καθώς για την εκλογή του απαιτούνται τα 2/3 του συνόλου των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ και η ψηφοφορία που διεξάγεται είναι μυστική.
- η επιλογή προσώπου “εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας” και το πώς δύναται να εξειδικευτεί αυτή από το Δημοτικό ή Περιφερειακό Συμβούλιο κατά τη διαδικασία καθορισμού του περιεχομένου μιας προκήρυξης για την επιλογή Συμπαραστάτη.
“Ο συμπαραστάτης πρέπει οπωσδήποτε να είναι δικηγόρος”
Ο νόμος προβλέπει πρόσωπο «εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας» χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό επαγγελματικής ιδιότητας ή σπουδών. Σύμφωνα με την Εγκύκλιο ΥΠΕΣ 1/2020 το Δημοτικό Συμβούλιο μπορεί να εξειδικεύσει τα ζητούμενα προσόντα του Συμπαραστάτη καθώς «στην απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που καθορίζει το ελάχιστο περιεχόμενο της προκήρυξης ή στην προκήρυξη μπορούν να αναγράφονται και κριτήρια που κρίνονται ικανά να εξασφαλίσουν στο πρόσωπο του Συμπαραστάτη τα χαρακτηριστικά του εγνωσμένου κύρους και την εμπειρία για την πλήρωση της θέσης». Στην πράξη, ωστόσο, πολλά ζητήματα που απασχολούν τους Συμπαραστάτες έχουν νομικές πλευρές.
Συνεπώς, παρ' όλο που δεν είναι υποχρεωτική η δικηγορική ιδιότητα για κάποιον υποψήφιο Συμπαραστάτη, εντούτοις συνιστάται η εκπαίδευση και οι ιδιότητες των υποψηφίων να είναι σχετικές με τις αρμοδιότητες ενός Συμπαραστάτη, ο οποίος χρειάζεται να έχει επαρκή γνώση της λειτουργίας και των κανόνων της Δημόσιας Διοίκησης καθώς και των δικαιωμάτων του πολίτη.
“Ο Δήμος διαθέτει ήδη Σύμβουλο Ακεραιότητας, δεν χρειάζεται και Συμπαραστάτη του Δημότη”
Με τον ν.4795/2021 (Α’ 62) συστάθηκε για πρώτη φορά στην ελληνική δημόσια διοίκηση ο θεσμός του Συμβούλου Ακεραιότητας. Ο θεσμός αφορά κυρίως Υπουργεία, αλλά είναι δυνατή η σύσταση Αυτοτελούς Γραφείου Συμβούλου Ακεραιότητας και σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμού, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο λόγω των αρμοδιοτήτων του φορέα και του αριθμού των υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτόν. Ωστόσο, ως θεσμός αποτελεί μηχανισμό εσωτερικού ελέγχου του Δημόσιου τομέα. Στόχος του είναι η διασφάλιση ενός πλαισίου αποτελεσματικής προστασίας των υπαλλήλων που διαπιστώνουν, ή επιθυμούν να αναφέρουν περιστατικά παραβίασης ακεραιότητας ή διαφθοράς, παράτυπης συμπεριφοράς και εργασιακού εκφοβισμού ή υφίστανται τις συνέπειες τους. Συνεπώς, ο θεσμός του Συμβούλου Ακεραιότητας δεν απευθύνεται σε πολίτες.
“Ο Συμπαραστάτης δεν μπορεί να υπερασπίζεται ταυτόχρονα και πολίτες και επιχειρήσεις, αφού τα συμφέροντά τους είναι αντικρουόμενα”
Η αποστολή του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης είναι ο χειρισμός με διαμεσολάβηση καταγγελιών των δημοτών και επιχειρήσεων για θέματα κακοδιοίκησης εκ μέρους των δημοτικών υπηρεσιών. Ο Συμπαραστάτης δεν μπορεί να παρέμβει σε διαφορές μεταξύ ιδιωτών ή μεταξύ ιδιωτών και επιχειρήσεων. Συνεπώς, τα συμφέροντα των πολιτών και των επιχειρήσεων δεν δρουν αντιπαραθετικά στο πλαίσιο της λειτουργίας του θεσμού του Συμπαραστάτη. Επιπλέον, τόσο οι ιδιώτες όσο και οι επιχειρήσεις δύνανται να ωφεληθούν από την ύπαρξη του θεσμού, χωρίς το όφελος του ενός να συγκρούεται με το όφελος του άλλου, δεδομένου ότι η αποστολή του Συμπαραστάτη είναι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων υπηρεσιών μέσα από την αντιμετώπιση της κακοδιοίκησης, τη διασφάλιση της αμεροληψίας των δημοτικών αρχών και στην αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών του Δήμου.
“Ο Συμπαραστάτης δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του εργαζομένου απέναντι στη διοίκηση του Δήμου”
Ο Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης ούτως ή άλλως δεν είναι αρμόδιος για θέματα που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών. Δηλαδή δεν έχει αρμοδιότητα να παρεμβαίνει σε ζητήματα όπως η ένταξη ορισμένου προσώπου στο δημόσιο, τυχόν μισθολογικές ή υπηρεσιακές μεταβολές, μετακινήσεις, πειθαρχικά θέματα ή απόλυση ενός συμβασιούχου έπειτα από τη λήξη της σύμβασής του.
Κατ' εξαίρεση, ο Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης είναι αρμόδιος να παρέμβει για θέματα υπηρεσιακής κατάστασης προσωπικού δημοσίων υπηρεσιών:
α) όταν τίθεται θέμα «διάκρισης λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού». Αρμόδια για αντίστοιχες περιπτώσεις διακρίσεων στον ιδιωτικό τομέα είναι η Επιτροπή Ίσης Μεταχείρισης που υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης,
β) όταν κάποιος/α εργαζόμενος/η σε δημόσια υπηρεσία, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, αντιμετωπίζει δυσμενή μεταχείριση λόγω φύλου ή/και οικογενειακής κατάστασης.
Γενικότερα, ένας εργαζόμενος μπορεί να απευθυνθεί και σε άλλους θεσμούς για ζητήματα που προκύπτουν στη δημόσια υπηρεσία όπου εργάζεται, όπως ο Σύμβουλος Ακεραιότητας. Σε κάθε περίπτωση, ο βασικός ρόλος του Συμπαραστάτη είναι να δέχεται καταγγελίες άμεσα θιγόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων για κακοδιοίκηση των υπηρεσιών του δήμου, των νομικών του προσώπων και των επιχειρήσεών του και να διαμεσολαβεί προκειμένου να επιλυθούν τα σχετικά προβλήματα.